Συνήθως όταν αναφερόμαστε στον όρο νοημοσύνη, έχουμε την τάση να την συσχετίζουμε με το νοητικό δυναμικό και τις γνωστικές λειτουργίες που διέπουν έναν άνθρωπο. Υπάρχει και ένα άλλο είδος νοημοσύνης ιδιαίτερα σημαντικό που καμιά φορά παραβλέπεται. Πρόκειται για την συναισθηματική νοημοσύνη.
Η συναισθηματική νοημοσύνη είναι η ικανότητα κάποιου να αναγνωρίζει και να κατανοεί τη συναισθηματική κατάσταση τόσο του ίδιου όσο και των άλλων ανθρώπων και να ανταποκρίνεται σε αυτές με τον κατάλληλο τρόπο. Μπορεί να είναι πολύ πιο σημαντική από το δείκτη νοημοσύνης (νοητικό δυναμικό), τόσο για την επίτευξη της επιτυχίας στον επαγγελματικό, μαθησιακό, ακαδημαϊκό τομέα, όσο και για την διαμόρφωση καλών διαπροσωπικών σχέσεων, με αποτέλεσμα να διευκολυνθεί η μάθηση και η διαχείριση όλων των καταστάσεων.
Όταν αναφερόμαστε στον γενικότερο όρο νοημοσύνη, θα μπορούσαμε να φανταστούμε και να παρομοιάσουμε με ένα παγόβουνο, όπου στην επιφανειακή κορυφή, σε αυτό δηλαδή που φαίνεται σε πρώτο επίπεδο, βρίσκεται ο δείκτης νοημοσύνης, ενώ στο βαθύτερο μέρος του παγόβουνου, σε αυτό δηλαδή το μέρος που δεν προβάλλεται άμεσα αλλά σε δεύτερο επίπεδο, βρίσκεται η συναισθηματική νοημοσύνη. Το παγόβουνο παραπλανεί και ενώ φαντάζει σαν κάτι μη επικίνδυνο σε ενδεχόμενη πρόσκρουση, τελικά αυτό που δεν φαίνεται εμφανώς μπορεί να οδηγήσει σε αδιαχείριστες συνέπειες.
Ας σκεφτούμε λοιπόν πως θα ήταν αν μεγαλώνατε σε ένα σπίτι που νιώθατε ότι δεν σας καταλαβαίνουν. Φανταστείτε τους γονείς σας να περιμένουν από εσάς να είστε πάντα χαρούμενοι και γεμάτοι διάθεση. Στο σπίτι αυτό τα αρνητικά συναισθήματα, όπως για παράδειγμα η λύπη ή ο θυμός θα θεωρούνταν απαγορευτικά καθώς θα αποτελούσαν ενδείξεις αποτυχίας, αδυναμίας ή ακόμα και κάποιας επερχόμενης καταστροφής. Έτσι λοιπόν, εσείς ως μικρό παιδί θα πιστεύατε ότι τα αρνητικά συναισθήματα δεν έχουν θέση στο σπίτι και αποτελούν συνώνυμα του κακού παιδιού και απογοητεύουν τους γονείς σας. Θα προσπαθούσατε να κάνετε ότι μπορείτε για να ανταποκριθείτε στις προσδοκίες των γονέων σας γιατί θέλετε βαθύτερα να είστε στα μάτια τους τα καλά, δυνατά και ικανά παιδιά. Θα μαθαίνατε λοιπόν πως δεν είναι σωστό να νιώθετε κάποιο αρνητικό συναίσθημα και αν για κάποιο λόγο εσείς το βιώνατε θα νιώθατε αυτομάτως ενοχή και θα προσπαθούσατε να το εσωτερικεύσετε, να μην το μοιραστείτε ή να το απωθήσετε βαθιά δημιουργώντας άμυνες. Θα πιστεύατε ότι δυνατός είναι αυτός που δεν λυπάται και δεν κλαίει, θαρραλέος είναι αυτός που δεν φοβάται και ούτω καθεξής.
Με τον καιρό μαθαίνετε ότι τα αρνητικά συναισθήματα αποτελούν κακά και επικίνδυνα συναισθήματα και δεν χρειάζεται να μιλήσετε στους δικούς σας για την αληθινή εσωτερική σας ζωή. Έτσι γίνεστε μοναχικοί, προσποιείστε τον χαρούμενο και όλα δείχνουν να πηγαίνουν καλά.
Θυμηθείτε το παγόβουνο, βρίσκεστε σε αυτό το μικρό κομμάτι που φαίνεται στην επιφάνεια. Στην ερώτηση λοιπόν της μαμάς ‘πως τα πήγες σήμερα στο σχολείο;´, η απάντηση είναι ´καλά´. Οπότε η μαμά με ένα χαμόγελο απαντά, ´μπράβο αγάπη μου, το φαγητό είναι έτοιμο’. Αν παρατηρήσουμε λίγο καλύτερα, η λέξη καλά μας ακολουθεί συνεχώς όταν κάποιος μας ρωτά ‘τι κάνουμε’ και εύκολα χωρίς σκέψη θα απαντήσουμε ‘ όλα καλά’, προσποιούμενοι την χαρούμενη βιτρίνα. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Αυτό το γιατί πρέπει να το απαντήσει ο καθένας ξεχωριστά και να αναρωτηθεί βαθιά.
Μέσα από την άρνηση των ίδιων των συναισθημάτων μας μαθαίνουμε να βρίσκουμε διέξοδο στην διασκέδαση και στην ψυχαγωγία. Το φαγητό μερικές φορές βοηθά την καταστολή των ανεπιθύμητων συναισθημάτων. Η τηλεόραση και τα βιντεοπαιχνίδια αποτελούν έναν ιδανικό τρόπο να αποσπάμε την προσοχή μας από τα προβλήματα. Μπορούμε όμως να σκεφτούμε τι θα συνέβαινε αν μεγαλώνουμε σε ένα σπίτι, όπου αντί να μην αποδεχόμαστε τα συναισθήματά μας και να πρέπει να δείχνουμε πάντα χαρούμενοι, η οικογένεια θα είχε ως βασικό στόχο την ενσυναισθητική κατανόηση. Αυτό μπορεί να συνέβαλε στο να μη χρειαζόταν κάθε φορά να απαντάμε ´καλά’ στην ερώτηση των γονέων μας ‘πως πήγε η μέρα μας στο σχολείο’. Ίσως έτσι να γνωρίζατε ότι μπορούν να δεχτούν πως σήμερα μπορεί να ήταν μία άσχημη μέρα, θα άκουγαν αυτά που θα είχατε να τους πείτε και θα έκαναν ότι μπορούσαν για να σας καταλάβουν και να σας βοηθήσουν. Αν για παράδειγμα τσακωνόσασταν με τον φίλο σας στο σχολείο, η μητέρα σας μπορεί να σας ρωτούσε πως συνέβη, πως νιώσατε και αν μπορεί να σας βοηθήσει να βρείτε μία λύση. Αν ο μικρός αδερφός σας κατέστρεφε την αγαπημένη σας κατασκευή, η μητέρα σας θα σας αγκάλιαζε και θα σας έλεγε ‘καταλαβαίνω γιατί είσαι τόσο θυμωμένος αγαπούσες πολύ αυτή την κατασκευή και την πρόσεχες, προσπαθήσες πολύ καιρό για να την φτιάξεις´. Έτσι λοιπόν η ενσυναίσθηση είναι η ικανότητα να νιώθει κανείς τα συναισθήματα που βιώνει ένα άλλο άτομο. Ως ενσυναισθητικοί γονείς όταν βλέπουμε τα παιδιά μας να κλαίνε μπορούμε να φανταστούμε τον εαυτό μας στη θέση τους, να νιώσουμε τον πόνο τους και να προσπαθήσουμε να τα κατανοήσουμε ώστε να εξωτερικεύσουν το συναίσθημα τους και όχι να μάθουν να το περιορίζουν.
Για να μπορέσουν οι γονείς να νιώσουν αυτό που νιώθουν τα παιδιά τους θα πρέπει αρχικά να έχουν επίγνωση των δικών τους συναισθημάτων. Η συναισθηματική επίγνωση σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε πότε βιώνουμε ένα συναίσθημα, ότι μπορούμε να καταλάβουμε, να κατονομάσουμε τα συναισθήματά μας και ότι είμαστε ευαίσθητοι στην εκδήλωση των συναισθημάτων των άλλων. Τα παιδιά συχνά εκφράζουν τα συναισθήματά τους με έμμεσο τρόπο, είναι δύσκολα για εκείνα να μπορέσουν να τα αποκωδικοποιήσουν και να επεξεργαστούν τα συναισθήματα τους, όπως θα έκανε ένας ενήλικας, ώστε να μπορέσουν να τα επικοινωνήσουν με έναν ώριμο τρόπο.
Έτσι λοιπόν θα πρέπει να εκπαιδευτούμε στο να ακούμε προσεκτικά και να παρατηρούμε τα μηνύματα που τα παιδιά κρύβουν ασυνείδητα στις αλληλεπιδράσεις τους, στα παιχνίδια τους και στην καθημερινή τους συμπεριφορά. Για παράδειγμα ένα παιδί τριών ετών δεν μπορεί να πει ‘συγνώμη μαμά που ήμουν τόσο ανήσυχος, αλλά νιώθω μεγάλο άγχος από τότε που με πήγατε σε καινούργιο παιδικό σταθμό’. Ένα παιδί οχτώ χρονών μπορεί να μην μπορεί να πει ´νιώθω πολύ άσχημα όταν σας βλέπω να καυγαδίζετε με το μπαμπά για τα οικονομικά´, παρόλο που ακριβώς αυτό αισθάνεται.
Τα συναισθήματά των παιδιών μέχρι τα πέντε έτη αποκαλύπτονται συχνά μέσα από τα φανταστικά τους παιχνίδια. Η προσποίηση, η χρησιμοποίηση διαφορετικών ρόλων και η δημιουργία φανταστικών σεναρίων επιτρέπουν στα παιδιά να δοκιμάζουν με ασφάλεια διάφορα συναισθήματα, χωρίς να νιώθουν καμία ενοχή και κριτική. Γι’ αυτό όσοι γονείς επαγρυπνούν μπορούν να κατανοήσουν τους φόβους των παιδιών τους ακούγοντας αυτά που λένε στα παιχνίδια τους. Η ανησυχία των παιδιών είναι δυνατόν να ανιχνευθεί και σε άλλες μορφές συμπεριφοράς όπως είναι, το υπερβολικό φαγητό, η ανορεξία, οι νυχτερινοί εφιάλτες και τα παράπονα για πονοκεφάλους και στομαχόπονος. Επίσης, η νυχτερινή ενούρηση αποτελεί εκδήλωση άγχους. Εάν νιώθετε ότι το παιδί σας αισθάνεται μελαγχολία, θυμό ή φόβο προσπαθήστε να κατεβείτε στο επίπεδο του και να δείτε τον κόσμο του από την δική του οπτική γωνία δείχνοντας του εμπιστοσύνη σε αυτό που σας μεταφέρει.
Αποδεχόμενοι τα συναισθήματα των παιδιών μας τα βοηθάμε να αποκτήσουν την ικανότητα να ηρεμούν μόνα τους τον εαυτό τους, μία ικανότητα που θα τους φανεί χρήσιμη σε όλη τους τη ζωή. Ορισμένοι γονείς προσπαθούν να αγνοήσουν τα αρνητικά συναισθήματα των παιδιών τους πιστεύοντας με αυτόν τον τρόπο ότι αυτά θα ξεχαστούν. Σπάνια όμως συμβαίνει κάτι τέτοιο. Αντίθετα, τα αρνητικά συναισθήματα υποχωρούν όταν τα παιδιά μπορούν να μιλήσουν για αυτά, όταν μπορούν να τα κατονομάσουν και να νιώσουν ότι τα καταλαβαίνουμε. Γι’ αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία να μάθουμε να αναγνωρίζουμε τα συναισθήματά από νωρίς προτού κλιμακωθούν και μεταβληθούν σε έντονες κρίσεις. Το παιδί μαθαίνει ότι είστε σύμμαχος του οπότε και οι δύο σχεδιάζεται πλέον από κοινού πως θα ενεργήσετε. Έτσι, αν προκύψει μια μεγάλη κρίση είστε έτοιμοι να την αντιμετωπίσετε μαζί.
Προκειμένου να συντονιστούμε με τα συναισθήματά του παιδιού απαιτείται η εστίαση της προσοχής μας στην γλώσσα του σώματος του, στις εκφράσεις του προσώπου του, και στις χειρονομίες του. Φυσικά είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζετε ότι και το παιδί μπορεί να διαβάζει εξίσου καλά και ακόμα καλύτερα τη δική σας γλώσσα του σώματος. Τα παιδιά έχουν την ικανότητα να διαβάζουν τα συναισθήματά μας, μέσα από τις ψυχικές κεραίες που διαθέτουν, και δύσκολα μπορούμε να τα παραπλανήσουμε. Η προσοχή σας θα βοηθήσει το παιδί να καταλάβει ότι αντιμετωπίζετε σοβαρά τα θέματα που το απασχολούν και ότι είστε διατεθειμένοι να αφιερώσετε χρόνο σε αυτά. Πολλές φορές βοηθάει να καθρεφτίζουμε στο παιδί αυτό που παρατηρούμε. Για παράδειγμα μπορείτε να πείτε ´δείχνεις λίγο στεναχωρημένη σήμερα´ ή ‘παρατήρησα ότι δεν χαιρέτησες το φίλο σου φεύγοντας από το σχολείο μου φάνηκες θυμωμένος´. Επιπλέον, η αναφορά παρεμφερών παραδειγμάτων από τη δική σας ζωή είναι ένας αρκετά αποτελεσματικός τρόπος για να δείξετε την κατανόησή σας και έτσι το παιδί να σας αισθανθεί σύμμαχο και να νιώσει μεγάλη ανακούφιση, όταν το ίδιο το πρότυπο του έχει αντιμετωπίσει μία παρόμοια κατάσταση.
Είναι πολύ σημαντικό το παιδί να μάθει να εκφράζει λεκτικά τα συναισθήματά του όπως τα βιώνει. Ο γονέας χρειάζεται να το βοηθήσει σε αυτό με το να του προσφέρει την λέξη για να περιγράψει το έντονο συναίσθημα του παιδιού του. Για παράδειγμα, όταν το παιδί δεν μπορεί να εξωτερικεύσει και να λεκτικοποιήσει αυτό που νιώθει, τότε ο γονέας είναι χρήσιμο να καθρεφτίσει ο ίδιος το συναίσθημα.
Μελέτες έχουν δείξει ότι ο λεκτικός χαρακτηρισμός του συναισθήματος έχει ηρεμιστικό αποτέλεσμα στο νευρικό σύστημα και βοηθά τα παιδιά να ανακουφιστούν συναισθηματικά. Όταν συζητάμε για ένα συναίσθημα που βιώνουμε ενεργοποιούμε τον αριστερό λοβό του εγκεφάλου που είναι το κέντρο της γλώσσας και της λογικής. Αυτό με τη σειρά του μας επιτρέπει να συγκεντρωθούμε και να ηρεμήσουμε.
Οι γονείς λοιπόν είναι σημαντικό να βοηθήσουν τα παιδιά τους να βρίσκουν λέξεις οι οποίες περιγράφουν αυτό που νιώθουν. Έτσι το βοηθούν να αναπτύξει το κατάλληλο λεξιλόγιο με το οποίο θα εκφράζει τα συναισθήματά του.
Όταν ο γονέας είναι ικανός να ακούει προσεκτικά το παιδί του και το βοηθάει να κατονομάσει και να κατανοήσει καλύτερα τα συναισθήματά του, τότε έχει κατακτήσει με φυσικό τρόπο μία διαδικασία επίλυσης προβλημάτων. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει πέντε στάδια:
1) θέτω όρια
2) καθορίζω τους στόχους
3) σκέφτομαι τις πιθανές λύσεις
4) εκτιμώ τις προτεινόμενες λύσεις σε συνάρτηση με τις οικογενειακές αξίες
5) βοηθώ το παιδί μου να επιλέξει μία λύση.
Κάποιες στρατηγικές που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην κατάκτηση της συναισθηματικής νοημοσύνης από την πλευρά των γονέων είναι οι εξής:
1) Αποφύγετε τις υπερβολικές επικρίσεις, τα ταπεινωτικά σχολεία ή την ειρωνεία
2) Χρησιμοποιήστε την κλιμάκωση και την επιβράβευση
3) Αγνοήστε τις γονικές σας προτεραιότητες
4) Δημιουργήστε ένα νοερό χάρτη της καθημερινής ζωής του παιδιού σας
5) Προσπαθήστε να είστε σύμμαχος με το παιδί σας
6) Σκεφτείτε τις εμπειρίες των παιδιών σας σε σύγκριση με παρόμοιες εμπειρίες ενηλίκων
7) Μην προσπαθήσετε να επιβάλλεται τις δικές σας λύσεις στα προβλήματα του παιδιού σας
8) Ενδυναμώστε το παιδί σας προσφέροντας του επιλογές, σεβόμενοι την επιθυμία του
9) Συμμεριστείτε τα όνειρα και την φαντασία του παιδιού σας
10) Να είστε ειλικρινείς με το παιδί σας
11) Διατηρήστε την υπομονή και την ψυχραιμία σας καθόλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας
12) Μάθετε να περιορίζεται την γονεϊκή σας εξουσία
13) Πιστέψτε στην θετική φύση της ανάπτυξης του ατόμου
14) Αφιερώστε ποιοτικό χρόνο
15) Εκπαιδευτείτε στο να μάθετε να διαχωρίζετε πότε το συναίσθημα του παιδιού σας είναι αληθινό και πότε το χρησιμοποιεί για να σας χειριστεί
Είναι πολύ σημαντικό να μάθουμε να εστιάζουμε σε αυτό που λέμε συναισθηματική νοημοσύνη και να προσπαθούμε να την αναπτύξουμε με κάθε τρόπο στο παιδί μας. Συνήθως, οι γονείς έχουν την τάση να επικεντρώνονται στον γνωστικό τομέα και σε ότι άλλο αυτό περιλαμβάνει αγνοώντας την συναισθηματική αγωγή. Ας έχουμε κατά νου ότι το νοητικό δυναμικό από μόνο του και χωρίς την συνύπαρξη του συναισθηματικού δυναμικού δεν μπορεί να οδηγήσει στην ψυχική και γνωστική ωρίμανση του ατόμου. Η ψυχή που προπονείται από συναισθηματικά μέντορες γονείς οδηγεί και σε προπονημένο και υγιή νου.